ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

6/recent/ticker-posts






























Θεόδωρος Παχατουρίδης: «Μετάνιωσα που έφυγα από τον Ολυμπιακό»


Ο Θοδωρής Παχατουρίδης αποτελεί ένα από τα πλέον επιδραστικά ακραία μπακ που έχουν περάσει από τον Ολυμπιακό και την Εθνική Ελλάδος.

Ξεκίνησε την πορεία του πολύ μικρός από τη Δόξα Δράμας και έφτασε μέχρι την καθιέρωση στην ομάδα του Ολυμπιακού. Παράλληλα, είναι ένα μεγάλο «κομμάτι» της ιστορίας του Ιωνικού Νίκαιας, καθώς κατάφερε να αγωνιστεί στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος και παράλληλα να βρεθεί σε ευρωπαϊκά παιχνίδια.

Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν το «φαρμακερό» δεξί του πόδι και τα «σουτ-φωτοβολίδες», τα οποία σκορπούσαν τον τρόμο στους αντίπαλους γκολκίπερ.

Ο παλαίμαχος δεξιός μπακ Θεόδωρος Παχατουρίδης ανοίγει την καρδιά του στον Χρήστο Καταφυότη και στο Sportsnewsgreece, μιλώντας για διάφορες πτυχές της «πλούσιας» καριέρας του.

«Συνειδητοποίησα μετά το ντεμπόυτο μου στην Α' Εθνική - Πρέπει να είσαι πρωταγωνιστής για να σε καλούν στη Εθνική»

Καταρχάς ευχαριστούμε πολύ που είστε μαζί μας. Πότε ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με το άθλημα; 

Ξεκίνησα 13 χρονών, το 1980 στη Δόξα Δράμας.

Στη Δόξα Δράμας γίνατε επαγγελματίας μόλις στα 16 σας χρόνια. Πώς συνδυάζατε το ποδόσφαιρο και τις μαθητικές σας υποχρεώσεις; 

Σίγουρα πρέπει να δώσεις κάποια προτεραιότητα. Υπήρχε μία ισορροπία, μία πήγαινε το μάθημα μπροστά και μία το ποδόσφαιρο. Περισσότερο όμως μετά το ποδόσφαιρο και μέσα από αυτό, πέρασα και στη γυμναστική ακαδημία. Τελείωσα τη γυμναστική ακαδημία στο ΤΕΦΑΑ Αθηνών με ειδικότητα ποδόσφαιρο και συνέχισα.

 Το 1983 αγωνιστήκατε για πρώτη φορά στην Α' Εθνική με τη Δόξα. Πώς νιώσατε όταν κάνατε το ντεμπούτο σας στην πρώτη κατηγορία του ελληνικού ποδοσφαίρου; 

Καταρχάς το συνειδητοποίησα μετά. Ήταν ένα παιχνίδι Εθνικός - Δόξα Δράμας τον Οκτώβριο του 1983. Ήταν ισόπαλο 2-2. Μάλιστα, σε αυτό το παιχνίδι είχα βγει στο ημίχρονο γιατί είχα πάθει διάστρεμμα. Ήταν μία μεγάλη εμπειρία που στη συνέχεια βέβαια δεν το βάζεις κάτω, συνεχίζεις, προσπαθείς και αυτός που προσπαθεί έχει περισσότερες πιθανότητες να ανταμειφθεί.

 Επιπλέον εκείνη την εποχή, ήσασταν μέλος εκείνης της σπουδαίας φουρνιάς της εθνικής ελπίδων, που πήγε το 1988 στον τελικό του Euro. Πώς βιώσατε τη συγκεκριμένη φουρνιά; 

Καταρχάς δεν ήταν εύκολο γιατί το πρωτάθλημα ήταν, όπως και τώρα, για δύο χρόνια. Θα πρέπει να είσαι, πρώτα απ' όλα, πρωταγωνιστής στην ομάδα σου, να ξεχωρίζεις για να μπορεί ο εκάστοτε εκλέκτορας της εθνικής ελπίδων να σε καλεί στην ομάδα. Τότε ήταν ο κύριος Σταματιάδης. Οπότε πρέπει να αγωνίζεσαι στην ομάδα σου, να πρωταγωνιστείς, να παίζεις καλά και έπειτα να σε προσκαλεί στην εθνική ομάδα ο προπονητής.

Πριν την εθνική ελπίδων είχαμε βγει πρώτοι στο Βαλκανικό πρωτάθλημα. Είχαμε πάρει το χρυσό με την under-19 της Ελλάδος. Ήταν τότε η ενωμένη Γιουγκοσλαβία, η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Τουρκία και η Ελλάδα. Η Ελλάδα, λοιπόν, βγήκε πρώτη και μετέπειτα από δύο χρόνια (1986-1988) ήρθε η εθνική ελπίδων. 

Θυμάστε κάποιον ποδοσφαιριστή από τότε;

Εννοείται! Ήταν οι Μολακίδης, Καπουράνης, Βακαλόπουλος, Νιόπλιας, Βαΐτσης, Σωτήρης Μαυρομμάτης. Ήμασταν πάρα πολλά παιδιά. Επίσης ήταν και ο Γιάννης Χατζηνικολάου.

«Νορμάλ άνθρωπος ο Κοσκωτάς - Κάθε παίκτης του Ολυμπιακού δεν έχει το δικαίωμα να ξεφεύγει από τον στόχο του»

Μετά πώς προέκυψε η πρόταση του Ολυμπιακού;

Ήδη ήμουν στον Ολυμπιακό όταν είχα κατέβει τον Δεκέμβρη του 1987. Ήδη είχα 100 συμμετοχές στην Α' Εθνική, 100 γεμάτες εμφανίσεις με τη Δόξα Δράμας. Οπότε ήμουν ένας παίκτης γεμάτος εμπειρίες, ο οποίος ξεχώρισε και έπειτα ήρθε η πρόταση του Ολυμπιακού από τον κύριο Κοσκωτά.

Μιας και αναφέρατε το όνομα του Κοσκωτά, πώς ήταν σαν χαρακτήρας.

Ήταν νορμάλ σαν άνθρωπος. Και ο Γιώργος και ο Σταύρος, που ήταν αδέρφια.

Θυμάστε καμία περίεργη ιστορία μαζί του; 

Ο Σταύρος όταν πήγαμε στη Γερμανία για μία προετοιμασία, πάντα μας αντάμειβε μετά από κάθε φιλικό παιχνίδι, στο οποίο έμενε ευχαριστημένος.

Ήταν εύκολη η προσαρμογή σας στην ομάδα;

Εύκολη προσαρμογή δεν υπάρχει πουθενά. Απλά πρέπει να προσπαθείς περισσότερο, να προπονείσαι καλά και να ξεχωρίζεις. Είναι πάρα πολύ δύσκολη ομάδα και αυτό το κάνει ο κόσμος του. 

Εν το μεταξύ το 1988, ήρθε στην ομάδα ο Λάγιος Ντέταρι από την Άιντραχτ Φρανκφούρτης, ο οποίος αποτέλεσε -για κάποιο χρονικό διάστημα- μία από τις πιο ακριβές μετεγγραφές στον κόσμο. Πώς τον βιώσατε σαν ποδοσφαιριστή; 

Ήταν ένας πάρα πολύ καλός ποδοσφαιριστής, αλλά το κυριότερο ήταν ένας χαρακτήρας επίσης πάρα πολύ καλός. Στην προπόνηση, κυρίως, ήταν πρώτος. Δεν ήταν αυτό που λέμε ο παίκτης «φίρμα» και «βεντέτα», ώστε να «λουφάρει» στην προπόνηση. Ήταν ένας παίκτης - πρότυπο για κάθε ποδοσφαιριστή.

Τη σεζόν 1988/1989 ο Ολυμπιακός έφτασε μία ανάσα από το πρωτάθλημα, ωστόσο η ΑΕΚ κατάφερε να το κατακτήσει στο «νήμα». Τι πήγε στραβά και δεν καταφέρατε να πανηγυρίσετε την κατάκτηση του τίτλου; 

Οι τόσες χαμένες ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν και δεν καταφέραμε να βάλουμε τη μπάλα στην εστία. Αυτό είναι το κυριότερο που δεν έγινε, ότι δεν έμπαινε η μπάλα στα δίχτυα.

Μετά τον Κοσκωτά, ήρθε ο Σαλιαρέλης. Πώς τον ζήσατε; Θυμάστε κάποια περίεργη ιστορία; 

Κοίταξε, ο κάθε πρόεδρος που έρχεται στον Ολυμπιακό προσπαθεί πολύ για το καλύτερο της ομάδας. Η ιστορία ήταν ότι, πριν από αυτό το παιχνίδι που ανέφερες, μας είχε πάει στον πύργο του στην Αίγινα, για να είμαστε όλοι μαζί.

 Γενικότερα, βρεθήκατε στην ομάδα στα λεγόμενα «πέτρινα χρόνια», με πολλές διοικητικές ανακατατάξεις. Πώς τα αντιμετωπίσατε εσείς σαν ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού τότε; 

Ο «x» παίκτης του Ολυμπιακού, είτε στο παρελθόν, είτε στο παρόν, είτε στο μέλλον δεν έχει δικαίωμα να ξεφεύγει ποτέ από τον στόχο του, που είναι να προπονείται και να πρωταγωνιστεί κάθε φορά που το ζητάει η ομάδα να παίζει στον αγωνιστικό χώρο.

Θυμάστε κάποια ευρωπαϊκή βραδιά με τον Ολυμπιακό; 

Πάρα πολλές. Κυριότερη ήταν αυτή με τη Μονακό που περάσαμε στους «8» του Κυπέλλου Κυπελλούχων.

Τί συνέβη τότε και σας έχει μείνει αξέχαστη;

Το δεύτερο παιχνίδι κυρίως, που στο πρώτο είχαμε κερδίσει με 0-1. Στο δεύτερο παιχνίδι, αυτό που μου έχει μείνει στο μυαλό ήταν η ατμόσφαιρα στο στάδιο «Καραϊσκάκης» από τον κόσμο του Ολυμπιακού. Ήταν τόσο εκδηλωτικός, τόσο παρορμητικός, τόσο «ζεστός» και αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

«Έφυγα γιατί ο κόσμος νόμιζε ότι έκανα κουμάντο στα αποδυτήρια - Μετάνιωσα που αποχώρησα από τον Ολυμπιακό»

Γενικότερα πώς θα περιγράφατε την οκταετή σας θητεία στον Ολυμπιακό;

Εγώ δεν μπορώ να την εκφράσω την πορεία μου στον Ολυμπιακό. Αυτόματα εσείς, που μου ζητάτε να σας δώσω συνέντευξη, είστε ο καλύτερος αντίκτυπος ως προς το πρόσωπό μου.

Πώς πήρατε την απόφαση να αποχωρήσετε από τους «ερυθρόλευκους»; 

Ήταν κάποιες καταστάσεις, που νόμιζε ο κόσμος του Ολυμπιακού ότι ο Θοδωρής Παχατουρίδης έκανε κουμάντο στα αποδυτήρια. Οπότε, κουράστηκα με αυτήν την κατάσταση και έτσι επέλεξα να πάω στον Ιωνικό. Βέβαια, το μετάνιωσα που έφυγα από τον Ολυμπιακό. Και στον Ιωνικό κάναμε μία «χρυσή» θητεία για την ιστορία της ομάδας, που πήγε για πρώτη φορά στην Ευρώπη και στον τελικό κυπέλλου Ελλάδος κόντρα στην ΑΕΚ.

Μετά ακολούθησε ο Ιωνικός. Τι εμπειρίες αποκομίσατε από εκεί; 

Όταν παίζεις κάθε φορά σε οποιαδήποτε ομάδα, οι εμπειρίες που αποκομίζεις είναι τεράστιες, εφόσον είσαι σοβαρός και παίρνεις τα πράγματα, τη δεδομένη στιγμή, σοβαρά για να μπορείς να ανταπεξέλθεις και να ξεχωρίζεις στην κάθε ομάδα που βρίσκεσαι εκείνη τη στιγμή.

Ποια ήταν η σχέση σας με τον παράγοντα της ομάδας Νίκο Κανελλάκη; 

Ήταν ένας από τους καλύτερους παράγοντες που έχω συναντήσει στην καριέρα μου. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος βρισκόταν πάντα κοντά στον ποδοσφαιριστή και έλυνε όλα τα προβλήματα σε μία μικρομεσαία ομάδα, όπως είναι ο Ιωνικός. Είμαι πολύ χαρούμενος που συνάντησα αυτόν τον άνθρωπο.

Στη συνέχεια αγωνιστήκατε για μία χρονιά με τα Χανιά και μετά αποσυρθήκατε από την ενεργό δράση. Πώς είναι η ζωή μετά το ποδόσφαιρο; 

Η ζωή κυλάει. Είναι πάρα πολύ καλή η ζωή μετά το ποδόσφαιρο, ασχολούμαστε πάλι με ακαδημίες και είναι πάρα πολύ ωραία. 

Είχατε προτάσεις για να αγωνιστείτε στο εξωτερικό; 

Είχα πρόταση για να αγωνιστώ πριν πάω στον Ιωνικό. Την ίδια, δηλαδή, χρονική στιγμή ήταν η πρόταση της Μαγιόρκα. Απλά δεν τα βρήκαμε στα χρήματα και έτσι δεν πήγα.

Αν μπορούσατε να γυρίζατε τον χρόνο πίσω, τι θα αλλάζατε στην καριέρα σας; 

Θα έκανα περισσότερη προσπάθεια και δεν θα έφευγα ποτέ από τον Ολυμπιακό.

«Η εικόνα τα λέει όλα για την Εθνική - Δεν διάβαζα εφημερίδες γιατί με επηρέαζαν»

Στην καριέρα σας, σκοράρατε αρκετά γκολ από μακρινή απόσταση. Ποιο ήταν το μυστικό πίσω από τα «σουτ-φωτοβολίδες» που επιχειρούσατε; 

Η εξάσκηση μετά το κανονικό πρόγραμμα, που παρέμενα και μετά από την προπόνηση, η τοποθέτηση του σώματος, η καλή τεχνική και λιγότερο η δύναμη στο σουτ.

Θεωρείτε ότι το ελληνικό πρωτάθλημα έχει κάνει βήματα προόδου σε σχέση με την εποχή που αγωνιζόσασταν; 

Πάρα πολλά!

Για ποιους λόγους;

Για τον λόγο ότι έχουν μπει μέσα στο πρόγραμμα η τακτική, η τεχνική, συστήματα και έχει εξελιχθεί αρκετά.

Μιας και ασχολείστε με το μετερίζι του προπονητή, ποια είναι η άποψη σας για τη νέα «εποχή» της εθνικής Ελλάδος; 

Νομίζω η εικόνα τα λέει όλα. Είμαστε περιττοί, γιατί αυτό που εισπράττουμε όλοι, όσοι είναι κοντά στην ομάδα, οι πρωταγωνιστές και εμείς σαν φίλαθλοι της εθνικής Ελλάδος, είναι αυτή η εικόνα που βλέπουμε. Και νομίζω πως μας χαροποιεί και μας ευχαριστεί όλους.

Είχατε κάποιον αγαπημένο συμπαίκτη στην καριέρα σας;

Βεβαίως! Είχα τον Σάββα Κωφίδη και πάρα πολλούς άλλους, για να μη μείνουν παραπονεμένοι κάποιοι ή επιλέξω μερικούς. Αλλά κυρίως ήταν ο Σάββας Κωφίδης. Επίσης, άλλοι ήταν ο Λάγιος Ντέταρι, ο Σοφιανόπουλος, ο Σαββίδης, ο Νεντίδης, ο Καραπιάλης, ο Καραταϊδης, ο Τσιαντάκης, ο Προτάσοφ, ο Λιφτοτσένκο. Ήταν πάρα πολλοί και δεν θέλω να ξεχάσω κάποιους και να τους αδικήσω.

Ποιος ήταν ο αγαπημένος σας προπονητής; 

Στη Δόξα Δράμας, στα τέσσερα επαγγελματικά χρόνια (1983-1987) είχα 17 προπονητές, στον Ολυμπιακό στα οκτώ χρόνια είχα 16 προπονητές και στον Ιωνικό στα τεσσεράμισι χρόνια είχα 8 προπονητές. Σύνολο, είχα 41 προπονητές. Όλοι αυτοί οι προπονητές είναι οι αγαπημένοι μου γιατί από τον καθένα, έχω πάρει κάτι το οποίο προσπαθώ να το χρησιμοποιήσω.

Δηλαδή δεν υπήρξε κάποιος προπονητής που να μην ταιριάξατε ποτέ; 

Ο κάθε ποδοσφαιριστής, δεν είναι θέμα να ταιριάξει με κάποιον, παίζει για τον εαυτό του. Η καλή του απόδοση μέσα στο γήπεδο, έχει αντίκτυπο στον προπονητή και στην ομάδα. Θα μπορούσα να σου πω τον Λίμπρεχτς, τον Γκμοχ, τον Πέτροβιτς, τον Μπλαχίν, τον Καραπατή στη Δόξα Δράμας και τον κύριο Κώστα Πολυχρονίου, ο οποίος με έκανε επαγγελματία ποδοσφαιριστή στα 16 μου χρόνια. Θα μπορούσα, κυρίως, να ξεχωρίσω τον κύριο Κώστα Πολυχρονίου και όλους τους υπόλοιπους προπονητές που ανέφερα.

Τέλος τι συμβουλή θα δίνατε σε ένα νεαρό παιδί που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο; 

Κοίταξε, δεν ξέρω αν θα ξεκινήσει επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο, αλλά αυτό το οποίο πρέπει να κάνει είναι πάρα πολύ προπόνηση, να αφήσει τα smartphone και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να είναι προσηλωμένος σε αυτό που κάνει. Επίσης, εάν θα γύρισα εγώ πίσω, που μου ρωτήσατε προηγουμένως, και ήμουν επαγγελματίας δεν θα είχα smartphone. Δεν θα είχα κινητό, όπως επίσης δεν διάβαζα εφημερίδες γιατί πολύ απλά με επηρεάζανε. 

Όταν παίζαμε πολλούς αγώνες, 1-2-3 φορές γράφανε ότι λ.χ. ο Σπύρος, ο Μανώλης και ο Γιώργος ήταν οι καλύτεροι παίκτες. Ο κάθε ποδοσφαιριστής θέλει να βλέπει το καλό του πρόσωπο, την καλή του απόδοση να έχει αντίκτυπο στα μέσα ενημέρωσης. Επίσης δεν ήταν αντικειμενικοί όσοι βλέπανε τον αγώνα και γράφανε το ρεπορτάζ. Οπότε τι έκανα εγώ; Δεν έπαιρνα εφημερίδα. 

Άρα ήμουν στον δικό μου ποδοσφαιρικό «κόσμο», έκανα την προπόνησή μου, έπαιζα τον αγώνα μου και έτσι δεν επηρεαζόμουν, καθώς επίσης, όπως σου είπα, και τώρα αν ήμουν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, δεν θα είχα smartphone, ώστε να μπορώ ανά πάσα στιγμή να μπαίνω στο internet και να διαβάζω την οποιαδήποτε «εξυπνάδα» του καθενός, που φυσιολογικό ήταν να με επηρέαζε.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια

Ad Code

Responsive Advertisement