«Βόμβα» μεγατόνων ενεργοποίησε ο Παναθηναϊκός με την ανακοίνωση διά στόματος Δημήτρη Γιαννακόπουλου της έλευσης του Τσεντί Οσμάν... ενός οραματιστή που βλέπει πολύ πιο μακριά από το μπάσκετ.
«Πόλεμος των άστρων»! Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος τίτλος από αυτόν της διάσημης ταινίας, για να περιγράψει την κατάσταση που κυριαρχεί αυτή την στιγμή στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό να βρίσκονται στο επίκεντρο. Στην έλευση Φουρνιέ απάντησε το «τριφύλλι» με αυτή του Οσμάν, ενός αθλητή ο οποίος βρίσκεται σε εξαιρετική ηλικία και προέρχεται από εξίσου γεμάτες σεζόν στην κορυφαία λίγκα του πλανήτη.
Βέβαια σε αυτό το σημείο είναι καλό να σημειωθεί πως δεν πρόκειται για ίδιου στυλ αθλητές, καθώς ο Γάλλος διεθνής αποτελεί περισσότερο έναν σούτινγκ γκαρντ που ακουμπάει στο "3", την ίδια στιγμή που ο Τούρκος ομόλογος του είναι ένας πιο καθαρόαιμος σμολ φόργουορντ, που με το μέγεθος του μπορεί να αγωνιστεί και στο "4". Τα λόγια είναι περιττά για την δική του περίπτωση, τουλάχιστον στο αγωνιστικό κομμάτι, καθώς είναι πλέον ευρέως γνωστός στους φίλους της καλαθοσφαίρισης μέσα από την εξαετή θητεία του στο Κλίβελαντ και τους Καβαλίερς (σ.σ. οι οποίοι τον draftαραν από τους Τίμπεργουλβς), αλλά και από την τελευταία του σεζόν στους Σπερς. Επρόκειτο ίσως για την πιο νωχελική... αυτή που τον διατήρησε μέχρι και σήμερα (07/09) ως free agent, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον Παναθηναϊκό να προσθέσει ένα "υπερόπλο" στην φαρέτρα του, ολοκληρώνοντας μία εκ των κορυφαίων μεταγραφών της φετινής EuroLeague.
Ενδιαφέρον λοιπόν έχει και η... άλλη πλευρά του 29χρονου αθλητή, καθώς αποτελεί μία από αυτές τις σπάνιες περιπτώσεις - προσωπικότητες, οι οποίες επιθυμούν να αφήσουν το δικό τους αποτύπωμα στην κοινωνία, όντας ευαισθητοποιημένος για πράγματα που δεν αφορούν μόνο την βιομηχανία. Πριν όμως παρατεθούν αυτά, ιδιαίτερη σημασία έχει να ρίξει κανείς μία ματιά στα χρόνια της νιότης.
Γεννημένος στο Όχριντ της Βορείου Μακεδονίας, μία πόλη μόλις 15 χιλ. κατοίκων, είδε το γενεαλογικό του δέντρο να τον ωθεί στην ενασχόληση με την "σπυριάρα" μπάλα. Δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς, καθώς οι γονείς του αποτέλεσαν αμφότεροι πρώην αθλητές, οι οποίοι τα παράτησαν νωρίς για να μπορέσουν να θρέψουν τα δύο παιδιά τους, μεταξύ τον οποίων και ο μεγάλος του αδερφός, ο οποίος βιοπορίζεται εξίσου από το μπάσκετ. Τι και αν λοιπόν βάσει δικιάς του δήλωσης ο μικρός τότε Τσεντί ονειρεύτηκε να γίνει πιλότος, η μοίρα τον ώθησε στα παρκέ. Το ταλέντο του έκδηλο από πολύ νωρίς, με αποτέλεσμα να αποκομίσει την πρώτη του μεταγραφή το 2012 στην Εφές, όντας μόλις 17 ετών, γεγονός που συνοδεύτηκε με την αποκόμιση της τουρκικής υπηκοότητας.
Επρόκειτο για μία σύμπραξη που καρποφόρησε αμέσως, καθώς η κομβική του παρουσία στα τμήματα υποδομών της γειτονικής χώρας, την οδήγησαν σε διαδοχικά ευρωπαϊκά μετάλλια, το 2013 με την Κ18 στην Λετονία και το 2014 με την Κ20 στην Ελλάδα. Στην τελευταία διοργάνωση ήταν παραπάνω από καθοριστικός, κατακτώντας την κορυφή με αντίπαλο την Ισπανία (65-57) όντας πρωταγωνιστής σκοράροντας 20 π., με αποτέλεσμα να επιλεχθεί στην κορυφαία πεντάδα του τουρνουά και να σηκώσει το τρόπαιο στον ουρανό του Ρεθύμνου.
Ωστόσο όπως προαναφέρθηκε, ο νεοαποκτηθέντας φόργουορντ των "πρασίνων" είναι πολλά παραπάνω από τα επιτεύγματα του εντός του παρκέ. Και αυτό διότι όπου σταθεί και όπου βρεθεί προσπαθεί να περάσει τα σωστά μηνύματα, με βασικό όλων την σημασία της εκπαίδευσης στους νέους, ακόμη και αν αυτοί επιθυμούν να ασχοληθούν με τον επαγγελματικό αθλητισμό. Πιο λαμπρό παράδειγμα από τον ίδιο δεν θα μπορούσε να υπάρξει, καθώς μέχρι πριν από λίγα χρόνια αποτελούσε ενεργό φοιτητή.
Αυτά τα μικρά πράγματα παίζουν τεράστιο ρόλο, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για έναν αθλητή - role model, καθώς ως τέτοιον τον αντιμετωπίζουν οι συμπατριώτες του. Γι' αυτό και ο ίδιος επέλεξε να εκμεταλλευτεί την δημοσιότητα και την επιρροή του με τον πιο σωστό τρόπο, ιδρύοντας ακαδημίες στην Τουρκία για τα παιδιά που το έχουν πραγματικά ανάγκη, σε μία συγκυρία που θυμίζει αρκετά το έργο του Γιάννη Αντετοκούνμπο με το πρόγραμμα «Antetokounbros». H συνεισφορά του βέβαια δεν σταματά εκεί, καθώς από το 2020 αποτελεί πρεσβευτή καλής θελήσεως της UNICEF, τιμή που του έκανε ο διεθνής οργανισμός αφότου ο ίδιος προσέφερε μέσω των πράξεων του, πολύ πριν του χαρίσουν αυτόν τον τίτλο.
Επρόκειτο λοιπόν για μία σπουδαία προσωπικότητα, η οποία πέραν του αγωνιστικού του ταλέντου αναμένεται να κοσμήσει την Αθήνα και την Ελλάδα με το εξαιρετικό του ποιόν, τον χαρακτήρα του. Ένα "στολίδι" της παγκόσμιας καλαθοσφαίρισης, ο οποίος θα πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για πολλά παιδιά, αλλά και για συναδέλφους του. Η συνέχεια στο κλειστό του ΟΑΚΑ και τις οθόνες σας.
0 Σχόλια